allnews-epirus

Bauhaus και Ελλάδα – Μια περίπλοκη σχέση

Ελληνογερμανικό συνέδριο στο Μουσείο Μπενάκη (30/5-1/6) με θέμα την επιρροή του κινήματος Bauhaus στις τέχνες και την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Υπήρξαν όντως αυτοί οι δεσμοί; Και αν ναι, πως τεκμηριώνονται;

Plakat eines deutsch-griechischen Kongresses (ASFA/ M. Charitonidou)
Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της σχολής του Bauhaus. Πρόκειται για ένα κίνημα της Γερμανίας του Μεσοπολέμου, που επιδίωξε να δώσει απαντήσεις στα ζητήματα του μοντερνισμού, δηλαδή της νεωτερικότητας στον τομέα της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης, στις εικαστικές και εφαρμοσμένες τέχνες καθώς και στην αρχιτεκτονική. Μία ακόμη απόδειξη της μεγάλης επιρροής αυτής της σχολής είναι οι χιλιάδες εκδηλώσεις φέτος σε όλο τον κόσμο. Στο Μουσείο Μπενάκη ξεκινά την Πέμπτη ένα τριήμερο συνέδριο για το Bauhaus και την Ελλάδα, το οποίο διοργανώνουν εκ μέρους της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας ο καθηγητής Ανδρέας Γιακουμακάτος και ο Σωκράτης Γεωργιάδης, ομότιμος καθηγητής για την Κρατική Ακαδημία Καλών Τεχνών Στουτγάρδης.
Μια αμφίβολη σχέση
Σχεδιάστηκε πράγματι από τον Βάλτερ Γκρόπιους το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα;
Σχεδιάστηκε πράγματι από τον Βάλτερ Γκρόπιους το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα;
Το επιβλητικό πρόγραμμα του συνεδρίου συμπεριλαμβάνει εισηγήσεις που αφορούν τη σημασία του Bauhaus για τις τέχνες, την φιλοσοφία, την αρχιτεκτονική όπως επίσης και την σχέση της αρχιτεκτονικής του Bauhaus με την Ελλάδα. Αλλά υπήρξε πράγματι αυτή η σχέση; Ο ισχυρισμός αυτός συνήθως τεκμηριώνεται με δύο παραδείγματα: το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα που κατά τη διαδομένη εκδοχή σχεδιάστηκε από τον ιδρυτή του Bauhaus Βάλτερ Γκρόπιους και τον αρχιτέκτονα Γιάννη Δεσποτόπουλο, ο οποίος φοίτησε στο Bauhaus τη δεκαετία του ’20. Ο καθηγητής Γεωργιάδης θέτει ερωτηματικά σχετικά με την υπόσταση των επιχειρημάτων. Σε ό,τι αφορά την αμερικανική πρεσβεία, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο Βάλτερ Γκρόπιους είχε κάποια συμμετοχή στα σχέδια. Το μόνο βέβαιο είναι ότι κατατέθηκαν κατά τη δεκαετία του ’50 από το αρχιτεκτονικό του γραφείο στη Νέα Υόρκη, στο οποίο εργάζονταν δεκάδες αρχιτέκτονες.
Ο Γιάννης Δεσποτόπουλος είχε φοιτήσει στη σχολή του Bauhaus στη Βαϊμάρη. Μόνο που κατά την εκεί παραμονή του το 1922/23 δεν λειτουργούσε ακόμη τμήμα αρχιτεκτονικής. Αυτό ξεκίνησε το 1927 όταν ο Δεσποτόπουλος έπαιρνε το δίπλωμα του από την Αρχιτεκτονική Σχολή Αννοβέρου και επέστρεφε στην Ελλάδα. Τότε όμως πώς δημιουργήθηκε αυτή η εικόνα στην Ελλάδα, ότι ο Δεσποτόπουλος ανήκει στο κίνημα του Bauhaus, ότι είναι ένας «Μπάουχοϊσλερ», όπως ονομάζονταν οι μαθητές της σχολής;
«Επειδή είναι ο μοναδικός που είχε αυτή τη σχέση με το Bauhaus έχει καλλιεργηθεί ο μύθος του έλληνα Μπαάουχόισλερ», εξηγεί ο Σωκράτης Γεωργιάδης. «Εν μέρει και από τον ίδιο. Του άρεσε να θεωρεί τον εαυτό του ως φορέα ή κομιστή του μηνύματος του Bauhaus στην Ελλάδα.» Βέβαια ο Γιάννης Δεσποτόπουλος δεν παύει να είναι ένας σημαντικός εκπρόσωπος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Σύμφωνα μάλιστα με τον καθηγητή Γεωργιάδη παραμένει «πιστός στην μοντερνιστική παράδοση, ακόμη και αφότου αυτή τίθεται υπό αμφισβήτηση.»
Έλληνες αρχιτέκτονες - «Τοπικό ιδίωμα του μοντερνισμού»
Σχολικό κτίριο του μοντερνιστή αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού κάτω από την Ακρόπολη το 1931.
Σχολικό κτίριο του μοντερνιστή αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού κάτω από την Ακρόπολη το 1931.
Στον μοντερνισμό ως κίνημα έγκειται και η σχέση του Bauhaus με την Ελλάδα. Τόσο η σχολή της Βαϊμάρης όσο και οι έλληνες μοντερνιστές ήταν μέρος αυτού του παγκόσμιου αρχιτεκτονικού κινήματος του Μεσοπολέμου. Στην πλειοψηφία τους οι έλληνες μοντερνιστές δεν είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό και συνήθως παρακολουθούσαν τις εξελίξεις στη μοντέρνα αρχιτεκτονική ανά τον κόσμο μόνο μέσα από δημοσιεύσεις. Παρόλα αυτά καταφέρνουν να αναπτύξουν σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη ένα αξιοσημείωτο έργο, εφάμιλλο των συναδέλφων τους στο εξωτερικό. Οι βασικές αιτίες για αυτό το επίτευγμα είναι ότι «είναι περίεργοι, είναι φιλομαθείς, είναι ανοικτοί. Και φυσικά, όχι μόνο υιοθετούν αλλά και αναπτύσσουν ενα τοπικό ιδίωμα μοντερνισμού στην Ελλάδα.»
Μια μεγάλη στιγμή θα ζήσουν οι έλληνες μοντερνιστές το 1933, όπου θα έρθουν σε άμεση επαφή με το παγκόσμιο κίνημα αυτής της τάσης στην αρχιτεκτονική. Στο ατμόπλοιο «Πατρίς», ιδιοκτησίας Εμπειρίκου, πραγματοποιείται το 4ο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής CIAM, σε ένα ταξίδι από τη Μασσαλία προς τον Πειραιά και στη συνέχεια στην Αθήνα. Όπως τονίζει ο Σωκράτης Γεωργιάδης «το συνέδριο είναι το σημαντικότερο αυτής της διεθνούς οργάνωσης, διότι θεσπίζει τις πολεοδομικές αρχές του μοντέρνου κινήματος, την περίφημη Χάρτα των Αθηνών.» Για τους έλληνες αρχιτέκτονες οι εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα, οι συνομιλίες με τα μεγάλα ονόματα του μοντερνισμού της εποχής ήταν μια μοναδική ευκαιρία.
Το πρόγραμμα των 3.000 σχολικών κτιρίων
Το πρόγραμμα 3.000 σχολικών κτιρίων της δεκαετίας του '30 φέρει την υπογραφή του Γεωργίου Παπανδρέου.
Το πρόγραμμα 3.000 σχολικών κτιρίων της δεκαετίας του '30 φέρει την υπογραφή του Γεωργίου Παπανδρέου.
Το έργο των ελλήνων μοντερνιστών δεν είναι ούτε αμελητέο και ούτε περιορίζεται σε μεμονωμένα κτίρια όπως είναι η μπλε πολυκατοικία του Κυριάκου Παναγιωτάκου στην Πλατεία Εξαρχείων, η πολυκατοικία του Θουκυδίδη Βαλεντή επίσης στην Αθήνα ή ακόμη οι βίλες του Στάμου Παπαδάκη. Το σημαντικότερο δειγμα μοντερνιστικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου είναι βέβαια ένα πρόγραμμα εκατοντάδων σχολικών κτιρίων. Στο συνέδριο θα παρουσιαστεί η επανέκδοση ενός βιβλίου του 1938 που ασχολείται με τα κτίρια αυτού του προγράμματος, τα οποία κατασκευάστηκαν κατά την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο (1928-1932) με υπουργό Παιδείας τον Γεώργιο Παπανδρέου. Όπως διευκρινίζει ο Σ. Γεωργιάδης «το πρόγραμμα περιλάμβανε 3.000 σχολικές μονάδες σε όλη την Ελλάδα: σε μεγάλες και μικρές πόλεις, σε κωμοπόλεις αλλά και σε χωριά.» Όπως εκτιμά, πρόκειται για μια πρωτοβουλία «ευρύτατων διαστάσεων και μοναδική για τα ευρωπαϊκά δεδομένα».
Τα νέα σχολικά κτίρια αποτελούσαν τη προϋπόθεση για την εφαρμογή μιας σειράς εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων προκειμένου να καταπολεμηθεί το υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού στη χώρα. Κατά την απογραφή του 1928 πάνω από το 40% του ελληνικού πληθυσμού άνω των 8 ετών ήταν αναλφάβητο. Ένα μεγάλο μέρος αυτού του προγράμματος ανατέθηκε σε εκπροσώπους της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, όπως ο Νίκος Μητσάκης, ο Πάτροκλος Καραντινός, ο Σπύρος Λέγγερης και βέβαια ο Γιάννης Δεσποτόπουλος.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη