Βαλκανικοί Πόλεμοι – Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος – Μ. Ασία (1911 – 1922)
Αμέσως μετά τους Βαλκανικούς η αναγκαιότητα για ανάπτυξη του όπλου έδωσε το έναυσμα για δημιουργία συστηματικής αεροπορικής εκπαιδευτικής. Με αφετηρία το Β. Διάταγμα της 16 Αυγούστου 1913, η Θεσσαλονίκη ορίστηκε ως έδρα του «Λόχου Αεροπορίας» που υπαγόταν στο Μηχανικό και τελούσε υπό τις διαταγές του Διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού. Από την 23 Δεκεμβρίου 1913 ο Λόχος Αεροπορίας υπήχθη στο Υπουργείο Στρατιωτικών με Διοικητή τον Λοχαγό Δημήτριο Καμπέρο, πρωτεργάτη της Στρατιωτικής Αεροπορίας. Ο Λόχος επιχειρούσε από το αεροδρόμιο Λεμπέτ (σημερινή περιοχή Πολίχνης – Ευκαρπίας) με τρία αεροπλάνα, ένα Maurice Farman M.F.7 και δύο Henry Farman ΙΙΙ.
Το Σεπτέμβριο του 1915 ο Λόχος μετονομάστηκε σε Αεροπορική Υπηρεσία Στρατού (ΑΥΣ). Μετά την είσοδο των Συμμάχων στη Μακεδονία, η ΑΥΣ μετακινήθηκε αρχικά στο Αμύνταιο, κατόπιν στη Λάρισα και στη συνέχεια σε τοποθεσίες της Ν. Ελλάδας (Άργος, Ν. Κίος) όπου και παρέμεινε αδρανής.
Η προσπάθεια συγκρότησης του Ναυτικού Αεροπορικού Σώματος (ΝΑΣ) άρχισε το 1914 με τη βοήθεια βρετανών εκπαιδευτών και με τις άοκνες προσπάθειες του Πλωτάρχη Αριστείδη Μωραϊτίνη, ο οποίος αποτελεί τον πρωτεργάτη της Ναυτικής Αεροπορίας. Με βάση την περιοχή της Ελευσίνας και κατόπιν το Π. Φάληρο και υλικό τρία υδροπλάνα Sopwith Greek Seaplane με κινητήρα 80hp άρχισε η εκπαίδευση των πρώτων αεροπόρων του Ναυτικού.
Η είσοδος της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΠΠ), τον Ιούνιο του 1917, σηματοδότησε τη δημιουργία Μοιρών με γαλλικά αεροπλάνα (Στρατιωτική Αεροπορία) και αγγλικά αεροπλάνα (Ναυτική Αεροπορία). Η εκπαίδευση στη Σχολή του αεροδρομίου Σέδες τελούνταν σύμφωνα με τα γαλλικά πρότυπα και στη Σχολή του Μούδρου στη βάση αγγλικών προτύπων, ακόμη και πριν την επίσημη είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Μετά το πέρας του πολέμου μεγάλο μέρος του υλικού πέρασε σε ελληνικά χέρια και το Σέδες έγινε το σημαντικότερο εκπαιδευτικό κέντρο της Στρατιωτικής Αεροπορίας με αεροσκάφη Caudron G.III και Dorand A.R.1.
Μετά τον Α΄ ΠΠ η εκπαίδευση συνεχίστηκε στο Σέδες στη «Στρατιωτική Σχολή Αεροπλοΐας» και στο Τατόι. Από την άλλη μεριά το ΝΑΣ χρησιμοποιούσε το Τατόι και τις εγκαταστάσεις του Π. Φαλήρου και ενισχύθηκε με αεροπλάνα Avro 504K.
Περίοδος Μεσοπολέμου (1923 – 1939)
Ο διαχωρισμός του αεροπορικού όπλου στις συνιστώσες της Στρατιωτικής και της Ναυτικής Αεροπορίας συνεχίστηκε και μετά τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Η Ελλάδα, εξαντλημένη από τις επιχειρήσεις δε διέθετε επαρκείς πόρους με αποτέλεσμα τη συνέχιση της εκπαίδευσης με τα αεροπλάνα που υπήρχαν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 άρχισαν να παραλαμβάνονται νέα και αξιόλογα εκπαιδευτικά αεροσκάφη όπως τα Morane Saulnier MS.137 EP2 και Hanriot HD17 για τη Στρατιωτική Αεροπορία και τα Avro 504 N/O για τη Ναυτική Αεροπορία. Η εκπαίδευση του Ιπτάμενου προσωπικού του Στρατού συνεχίστηκε στη Στρατιωτική Σχολή Αεροπλοΐας (ΣΣΑ) στο Σέδες με βάση τα γαλλικά πρότυπα. Το 1926, η εκπαίδευση αναβαθμίστηκε και άρχισαν να χορηγούνται πτυχία Ιπτάμενου βομβαρδιστή, Ιπτάμενου φωτογράφου και άλλων ειδικοτήτων. Από τη Σχολή αποφοίτησε ένας σημαντικός αριθμός αεροπόρων. Η φοίτηση ήταν διετής και το μεγαλύτερο πλήθος των μαθητών είχαν μόρφωση επιπέδου Γυμνασίου, επίπεδο υψηλό για την εποχή. Η αρχική εκπαίδευση γινόταν με αεροσκάφη Hanriot HD17 και αναβαθμίστηκε σημαντικά με την είσοδο σε υπηρεσία των Morane Saulnier MS.137/147EP2, τα οποία εκτελούσαν και ακροβατικούς ελιγμούς. Κατόπιν οι μαθητευόμενοι πετούσαν προκεχωρημένο στάδιο με αεροπλάνα Brequet 19 A2/B2 και Potez 25 TOE. Η επιχειρησιακή εκπαίδευση για τη Ναυτική Αεροπορία γινόταν σε αεροσκάφη Airco De Havilland D.H.9.
Το Δεκέμβριο του 1929 ιδρύθηκε το Υπουργείο Αεροπορίας και η ενοποίηση των αεροποριών του Στρατού Ξηράς και του Πολεμικού Ναυτικού σε έναν αυτοτελή Κλάδο των Ενόπλων Δυνάμεων είχε άμεση επίδραση στο αεροπορικό εκπαιδευτικό σύστημα. Την 6 Σεπτεμβρίου 1931 ιδρύθηκε στο Τατόι η Σχολή Αεροπορίας (μετέπειτα Σχολή Ικάρων), η οποία συγκέντρωσε την εκπαιδευτική δραστηριότητα της ενοποιημένης πλέον Αεροπορίας. Από το 1935 η Σχολή ξεκίνησε να εκπαιδεύει και Υπαξιωματικούς Αεροπόρους.
Η πτητική εκπαίδευση των μαθητών ήταν διάρκειας 150 ωρών και ξεκινούσε με αεροπλάνα τύπου Avro 621 Tutor, στη συνέχεια με Brequet 19 A2/B2 και ολοκληρωνόταν με μονοθέσια διώξεως τύπου Gloster Mars VI Nighthawk. Η εκπαίδευση βασίστηκε στο σύστημα εκπαίδευσης των αντίστοιχων Αγγλικών Αεροπορικών Σχολών. Κατά την εκπαίδευση αέρος στη Σχολή, δινόταν ιδιαίτερη έμφαση στην εξάσκηση στους ακροβατικούς ελιγμούς. Οι απόφοιτοι της Σχολής, εκπαιδεύονταν στις ασκήσεις τακτικής μετά την αποφοίτησή τους, στη Σχολή Γενικής Εκπαίδευσης και Ειδικοτήτων, με αεροπλάνα Potez 25 TOE, Morane Saulnier MS.230, Hawker Horsley II και Blackburn T.3A Velos. Μερικοί μετεκπαιδεύονταν με υδροπλάνα Fairey IIIF σε αποστολές ναυτικής συνεργασίας στην Αεροπορική Βάση Φαλήρου.
Η ύπαρξη της Σχολής Αεροπορίας οδήγησε στη μετονομασία της Στρατιωτικής Σχολής Αεροπορίας σε Κέντρο Πολεμικής Εκπαιδεύσεως (ΚΠΕ), καθώς η Σχολή του Σέδες σταμάτησε να παρέχει αρχική εκπαίδευση από τον Ιούλιο του 1932. Λόγω των εξελίξεων στον αεροπορικό πόλεμο δημιουργήθηκε και λειτούργησε στο Σέδες, την 8 Μαρτίου 1931, το πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής Κέντρο Εκπαιδεύσεως Διώξεως.
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος & Εμφύλιος (1940 – 1949)
Η είσοδος της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επέβαλε τη μεταφορά της Σχολής Αεροπορίας (ΣΑ) στο Άργος, όπου λειτούργησε από τον Οκτώβριο του 1940 μέχρι τον Απρίλιο του 1941. Από τον Ιανουάριο του 1941 στη βάση Χαμπανίγια, στο Ιράκ, απεστάλη κλιμάκιο Ελλήνων αεροπόρων για εκπαίδευση από τους Βρετανούς.
Μετά τη κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς το προσωπικό της ΣΑ διέφυγε στη Μ. Ανατολή και κατόπιν μετακινήθηκε στη Ροδεσία, όπου και λειτούργησε μέχρι το 1946. Όταν άρχισε η συγκρότηση των Ελληνικών Μοιρών (13η, 335η και 336η) η εκπαίδευση του προσωπικού ακολουθούσε το βρετανικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο εκπαιδεύονταν όλοι ανεξαιρέτως οι αεροπόροι της Κοινοπολιτείας σε κέντρα της RAF στη Ροδεσία και τη Ν. Αφρική. Βασικό εκπαιδευτικό ήταν το North American T-6 Texan Ι/Harvard. Όσοι από τους Έλληνες αεροπόρους είχαν ήδη σημαντική πείρα στέλνονταν απ’ ευθείας στις Operational Training Unit (OTU), όπου εκπαιδεύονταν στα καταδιωκτικά ή τα βομβαρδιστικά που διέθεταν οι Ελληνικές Μοίρες. Το ίδιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα ακολούθησαν και όσοι αεροπόροι εκπαιδεύτηκαν μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς στα τέλη του 1944. Οι εισαχθέντες στη ΣΑ το 1945 εκπαιδεύτηκαν στην Αγγλία. Το 1947 και στο πλαίσιο του σχεδίου Μάρσαλ, η Αεροπορία άλλαξε προσανατολισμό και απέστειλε αρκετούς Έλληνες αεροπόρους να εκπαιδευτούν στις ΗΠΑ. Το αμερικανικό σύστημα ήταν διαφορετικό και έδινε έμφαση σε νέα αντικείμενα, όπως η πτήση με όργανα.
Η ΣΑ επανήλθε στο Τατόι το 1947 και τα αεροπλάνα που χρησιμοποιούνταν για εκπαίδευση των Ιπταμένων ήταν τα De Havilland D.H.82A Tiger Moth, North American T-6 Texan Ι/Harvard και Supermarine Spitfire MkV. Το 1949 ιδρύθηκε η Σχολή Τεχνικών Αεροπορίας (ΣΤΑ) η μετέπειτα Σχολή Τεχνικών Υπαξιωματικών Αεροπορίας (ΣΤΥΑ) με σκοπό την αντιμετώπιση των τεχνολογικών προκλήσεων της εποχής.
Περίοδος 1950 – 1974
Η δεκαετία του 1950 η Πολεμική Αεροπορία εισήλθε στην εποχή των αεριωθουμένων. Κάτω από αυτό το πρίσμα οι απαιτήσεις της αεροπορικής εκπαίδευσης αυξήθηκαν κατακόρυφα, τα προγράμματα αναθεωρήθηκαν και αυξήθηκε ο αριθμός προσωπικού.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η έλλειψη Ιπτάμενου προσωπικού ιδρύθηκε το 1949 το Εκπαιδευτικό Κέντρο Εφέδρων Χειριστών (ΕΚΕΧ) κατά τα Βρετανικά και Αμερικάνικα πρότυπα, με βασική αποστολή την εκπαίδευση Ιπταμένων. Το ΕΚΕΧ λειτούργησε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1958 και εκπαιδεύτηκαν κατά το χρονικό αυτό διάστημα, είκοσι μία (21) σειρές Εφέδρων Χειριστών. Πριν από την προώθηση των Εφέδρων σε Μοίρες αεριωθουμένων, εκπαιδεύονταν στο Τατόι με αεροπλάνα De Havilland D.H.82A Tiger Moth, North American T-6 Texan Ι/Harvard, και Supermarine Spitfire Mk IXe/Mk XVI, ενώ η επιχειρησιακή τους εκπαίδευση γινόταν στο Σέδες και τη Μίκρα στη Θεσσαλονίκη.
Το 1951 ιδρύθηκε Σχολή Ιπτάμενων Ραδιοναυτίλων (ΣΙΡ) με έδρα το Τατόι και το 1954 η Σχολή Υπαξιωματικών Διοικητικών (ΣΥΔ) με έδρα το Σέδες. Στον ίδιο χώρο λειτούργησε από το 1954 η 356 ΜΜΑ (Μοίρα Μεταφορικών Αεροσκαφών) με τα μεταγωγικά αεροπλάνα Douglas C-47 Dakota και αποστολή, πέρα από τις τακτικές μεταφορές, την εκπαίδευση Κυβερνητών.
Το 1952 οργανώθηκε το Κέντρο Μετεκπαιδεύσεως Αεριωθουμένων (ΚΜΑ) με αεροπλάνα Lockheed T-33A Silver Star. Η εκπαίδευση στα αεριωθούμενα γινόταν στην Ελευσίνα, όπως άλλωστε και για κάθε νέο τύπο που έμπαινε στο οπλοστάσιο της Αεροπορίας για όλη τη δεκαετία του 1950. Η πτητική εκπαίδευση πλέον βασίστηκε στα North American T-6 Texan Ι/Harvard, τα παραληφθέντα το 1964 Cessna T-37 Tweety Bird και τα Lockheed T-33A Silver Star, όπου γινόταν η επιχειρησιακή εκπαίδευση.
Το 1958 ξεκίνησε ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων της Σχολής Αεροπορίας (ΣΑ) και ορίστηκε ως Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Το 1967 ΣΑ μετονομάσθηκε σε Σχολή Ικάρων και η φοίτηση έγινε τετραετής.
Το 1969 τα North American T-6 Texan Ι/Harvard αποσύρθηκαν μετά την παραλαβή των εκπαιδευτικών Cessna T-41D Mescalero, με τα οποία πραγματοποιείται η εκπαίδευση των Ικάρων μέχρι και σήμερα. Το 1970 συγκροτήθηκε η 120 Σμηναρχία Εκπαίδευσης Αέρος (ΣΕΑ) με έδρα την Καλαμάτα με αεροπλάνα Lockheed T-33A Silver Star, ενώ με τα ίδια αεροπλάνα γινόταν και επιχειρησιακή εκπαίδευση των Ικάρων στα αεροδρόμια Λάρισας και Τανάγρας. Τον Ιανουάριο του 1971 η 120 ΣΕΑ παρέλαβε τα αεροπλάνα Cessna T-37 Tweety Bird υπό την 360 Εκπαιδευτική Μοίρα Αεροσκαφών η οποία το 1974 μετονομάστηκε σε 361 Μοίρα Βασικής Εκπαίδευσης.
Περίοδος 1975 – 2006
Κατά τη δεκαετία του 1970 η Πολεμική Αεροπορία παρέλαβε ένα μεγάλο αριθμό σύγχρονων μαχητικών δεύτερης γενιάς. Τη δεκαετία αυτή η αεροπορική εκπαίδευση αναβαθμίσθηκε με την ένταξη 40 αεροπλάνων Rockwell T-2E Buckeye, τα οποία παρέλαβαν οι 362 Μοίρα Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης και 363 Μοίρα Επιχειρησιακής Εκπαίδευσης. Τα Τ-2Ε αντικατέστησαν πλήρως τα Lockheed T-33A Silver Star στα στάδια της προκεχωρημένης και επιχειρησιακής εκπαίδευσης οπότε και αποσύρθηκαν από το ρόλο αυτό το 1977. Έκτοτε τα Τ-33 χρησιμοποιήθηκαν σε βοηθητικούς ρόλους, μεταξύ των οποίων η εκπαίδευση Ιπταμένων στην πτήση με όργανα μέχρι την απόσυρσή τους την 19 Ιανουαρίου 2000. Η βασική εκπαίδευση των Ικάρων στηρίχθηκε στο επιτυχημένο Cessna T-37 Tweety Bird, το οποίο παρέμεινε σε υπηρεσία μέχρι το 2002.
Το 2000 ξεκίνησαν να παραλαμβάνονται από την 361 ΜΒΕ, τα αεροπλάνα Beechcraft T-6A Texan II τα οποία έδωσαν νέα ώθηση στην αεροπορική εκπαίδευση της ΠΑ. Λόγω του μεγάλου εκπαιδευτικού έργου το 2006 ιδρύθηκε η 364 Μοίρα Εκπαίδευσης Αέρος με αεροπλάνα Τ-6Α. Παράλληλα αναβαθμίσθηκε και η επιχειρησιακή εκπαίδευση των μαχητικών αεροσκαφών με την προμήθεια ικανού αριθμού διθέσιων μαχητικών αλλά και σύγχρονων εξομοιωτών πτήσης.
ΓΕΑ