Η γερμανίδα καγκελάριος ζητά σε συνέντευξή της από τους Τούρκους της Γερμανίας να επιδείξουν αφοσίωση στη χώρα που ζουν. Παράλληλα, αναφερόμενη στο προσφυγικό και τη συμφωνία με την Τουρκία, επαίνεσε την Ελλάδα.
«Ενισχυμένη αφοσίωση στη Γερμανία» από τους πολίτες τουρκικής καταγωγής που ζουν εδώ και πολλά χρόνια στη χώρα ζητά η γερμανίδα καγκελάριος. Σε συνέντευξη της σε περισσότερα μέσα του περιφερειακού Τύπου της Γερμανίας, η Άνγκελα Μέρκελ δεσμεύεται ότι σε ανταπόδοση αυτής της αφοσίωσης η γερμανική πλευρά θα είναι ανοιχτή για τα ζητήματα τους και θα επιδιώκει την κατανόησή τους.
Αφορμή για την παρέμβαση της καγκελαρίου είναι η συζήτηση που ξεκίνησε στη Γερμανία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία και τα μέτρα της τουρκικής κυβέρνησης ενάντια σε υποτιθέμενους υποστηρικτές των πραξικοπηματιών. Η συζήτηση αυτή τροφοδοτήθηκε προπαντός από τη συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων οπαδών του Ταγίπ Ερντογάν σε συγκέντρωση υπέρ του τούρκου προέδρου στην Κολωνία, όπως και από πληροφορίες ότι στη Γερμανία δραστηριοποιούνται περί τους 6000 πληροφοριοδότες της Τουρκικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΜΙΤ).
Κριτική σε κάποιες χώρες – εύσημα στην Ελλάδα
Στο πλαίσιο της συνέντευξης η καγκελάριος ερωτήθηκε και για το προσφυγικό, και ειδικότερα για την ελληνική προσφορά σε αυτό το πεδίο. Ενώ υποστηρίζει την αναγκαιότητα της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, η κ. Μέρκελ τονίζει παράλληλα ότι η ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου δεν έχει προχωρήσει παντού στον βαθμό που θα το επιθυμούσε. Το γεγονός ότι έως σήμερα έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα στην ΕΕ «μόλις 3000 πρόσφυγες» δείχνει ότι «τα κράτη-μέλη δεν κάνουν καθόλου αυτό που θα περίμενε κανείς από αυτά».
Από το κλείσιμο των συνόρων της ΠΓΔΜ και έως ότου τεθεί σε ισχύ η συμφωνία για το προσφυγικό με την Άγκυρα έφτασαν, σύμφωνα με την καγκελάριο, 45.000 πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα. Τηρουμένων των αναλογιών, αυτό θα σήμαινε ότι η Γερμανία θα έπρεπε να υποδεχθεί μέσα σε λίγες εβδομάδες 360.000 πρόσφυγες, διαπιστώνει η καγκελάριος. Όπως συμπεραίνει η Άγκελα Μέρκελ, αυτό δείχνει ποια είναι η συνεισφορά της Ελλάδας στο σημείο αυτό.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο