«Αυτόματα» θα επιστρέφονται στους υπόχρεους φόροι και πρόστιμα τα οποία έχουν επιβληθεί έπειτα από ξεκάθαρο λάθος των ελεγκτικών φορολογικών αρχών.
Τροπολογία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, διαφοροποιεί τις ισχύουσες διαδικασίες, καθώς μέχρι σήμερα κάθε άλλο … παρά αυτονόητο ήταν να πάρει ένας φορολογούμενος τα χρήματά του πίσω από την Εφορία, ακόμη και αν του είχαν χρεωθεί από δικό της λάθος.
Η σχετική τροπολογία ρυθμίζει υποθέσεις κατά τις οποίες το σφάλμα της εφορίας παρότι είναι άμεσα αντιληπτό, ο φόρος και τα πρόστιμα που βεβαιώθηκαν δεν επιστρέφονται αυτόματα, παρά μόνο μετά από μια γραφειοκρατική διαδικασία.
Η γραφειοκρατική διαδικασία που είναι σε ισχύ
Σήμερα, σε περίπτωση λάθους, για να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί μια πράξη προσδιορισμού του φόρου, υποβάλλεται αίτηση του φορολογούμενου μέσα σε προθεσμία τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της πράξης ή σε περίπτωση άμεσου προσδιορισμού του φόρου, από την υποβολή της δήλωσης.
Ακολούθως, η πράξη ακύρωσης ή τροποποίησης εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Αν απορριφθεί η αίτηση ο φορολογούμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή, εντός 30 ημερών και η απόφαση θα πρέπει να εκδοθεί εντός 120 ημερών.
Όμως, ο φορολογούμενος μπορεί να μην προλάβει την προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και δημιουργούνται προβλήματα, καθώς χάνεται η προθεσμία.
Τι αλλάζει με τη νέα ρύθμιση
Η ρύθμιση που επιφέρει η τροπολογία αφορά υποθέσεις ανεξάρτητα αν εκκρεμούν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) ή στα διοικητικά δικαστήρια και συγκεκριμένα:
- Των πράξεων άμεσου προσδιορισμού φόρου, πράξεων διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή πράξεων επιβολής προστίμων, οι οποίες έχουν εκδοθεί σε βάρος φορολογουμένων χωρίς αυτοί να έχουν τη σχετική φορολογική υποχρέωση.
- Των πράξεων επιβολής φόρων και προστίμων που έχουν αριθμητικά ή υπολογιστικά λάθη.
Τα συγκεκριμένα ποσά, εφόσον φυσικά κρίνεται πως επιβλήθηκαν άδικα, θα επιστρέφονται εντόκως.
Όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας, η ισχύουσα διάταξη δεν επιτρέπει στη Φορολογική Διοίκηση να εξετάσει πρόδηλα σφάλματα, στην περίπτωση που οι φορολογούμενοι έχουν προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή στα διοικητικά δικαστήρια.
Έτσι, οι φορολογούμενοι πρέπει είτε να ζητήσουν από τη Φορολογική Διοίκηση να επανεξετάσει την πράξη που έχει εκδοθεί εις βάρος τους, κινδυνεύοντας να απωλέσουν την προθεσμία για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή για την προσφυγή στα δικαστήρια, είτε να αναμένουν τη λήξη της διαδικασίας ενώπιον των δικαστηρίων χωρίς, στο διάστημα αυτό, η Φορολογική Διοίκηση να έχει τη δυνατότητα να διορθώσει ένα προφανές σφάλμα που έχει κάνει.
Τι διαφοροποιείται σε επίπεδο φορολογικής διοίκησης
Η προτεινόμενη διάταξη επιτρέπει στη Φορολογική Διοίκηση να διορθώνει σφάλματά της, ακόμη και αν υπάρχει προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια που είναι εκκρεμής, διορθώνοντας ταχύτερα αδικίες που μπορεί να έχουν γίνει. Πάντως, δεν επέρχεται η οποιαδήποτε μεταβολή ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης, για την οποία απαιτείται περιοριστικά είτε πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης είτε λογιστικά ή υπολογιστικά σφάλματα.
Παράλληλα, η αυτόματη επιστροφή φόρων και προστίμων, θα ισχύει για όλες τις πράξεις που έχουν εκδοθεί μετά την 1η Ιανουάριου 2014, ημερομηνία ισχύος του αρχικού Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας
Προβλέπεται επίσης, ότι η προθεσμία για την ακύρωση πράξης που έχει προσβληθεί στα δικαστήρια και βρίσκεται σε εκκρεμοδικία λήγει ένα έτος μετά από τη λήξη της εκκρεμοδικίας, δηλαδή μετά από την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, ενώ δεν εξετάζεται αν η πρόδηλη πλημμέλεια που αποτελεί τον λόγο ακύρωσης έχει προβληθεί στο πλαίσιο ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής.
Αν έχουν γίνει βεβαιώσεις ποσών εις βάρος των φορολογουμένων και έχουν καταβληθεί ποσά βάσει της εσφαλμένης πράξης της Φορολογικής Διοίκησης, αυτά δεν θεωρούνται παραγεγραμμένα εις βάρος του φορολογουμένου και επιστρέφονται.