allnews-epirus

Deutsche Welle: Ιδιοκτησιακό καθεστώς ΜΜΕ και Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα

Τηλεοπτικό στούντιο
Πρόσφατη έρευνα του Solomon φέρνει περισσότερα στοιχεία στην επιφάνεια για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ. Πώς σχετίζεται με αυτό η Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα;

Η Ελλάδα, αν και μια μικρή πληθυσμιακά χώρα με μόλις 10,46 εκατομμύρια κατοίκους, διαθέτει ένα πλούσιο μιντιακό τοπίο. Λειτουργούν περίπου 160 ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί και 1.150 ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί διαφορετικού μεγέθους. Από αυτούς οι μόνοι αδειοδοτημένοι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί είναι οι 6 πανελλαδικής εμβέλειας. Ακόμη, κυκλοφορούν 82 εφημερίδες σε όλη τη χώρα και 600 περίπου σε τοπικό επίπεδο ενώ τέλος λειτουργούν πολλές διαδικτυακές ενημερωτικές ιστοσελίδες, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν ακριβείς αριθμοί.

Παρόλο αυτό τον μεγάλο αριθμό ΜΜΕ, η Ελλάδα σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα ανήκει στις τελευταίες θέσεις της Ελευθερίας του Τύπου στην ΕΕ μαζί με την Μάλτα και την Ουγγαρία.
                                  Η δημοσιογράφος Δανάη Μαραγκουδάκη

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Ρωτήσαμε τη δημοσιογράφο Δανάη Μαραγκουδάκη από το δημοσιογραφικό δίκτυο Solomon, το οποίο πρόσφατα παρουσίασε την πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα με τον τίτλο: «Σε ποιόν ανήκουν τα ΜΜΕ στην Ελλάδα». Η Δανάη Μαραγκουδάκη απάντησε στην Deutsche Welle: «Ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό είναι η διαπλοκή ανάμεσα στα ΜΜΕ, τις επιχειρήσεις και την πολιτική. Έτσι λοιπόν, με την πεποίθηση πως τα ΜΜΕ δεν μεταδίδουν απλώς, αλλά διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο τα γεγονότα προβάλλονται και συζητούνται θελήσαμε να διερευνήσουμε δύο κεντρικά ερωτήματα: Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι επιχειρηματίες της χώρας που ελέγχουν τα ΜΜΕ που εμπιστευόμαστε για την ενημέρωσή μας; Και πόσα γνωρίζουμε για τις υπόλοιπες επιχειρηματικές δραστηριότητες τους;»

Ναυτιλία και μίντια

Πόσο εύκολο είναι για τα ΜΜΕ να ελέγξουν την εξουσία; Η Ελλάδα στη θέση 107 σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους χωρίς Σύνορα

Εκτός από τη Δανάη Μαραγκουδάκη στην έρευνα συμμετείχαν η Ελίζα Τριανταφύλλου και η Κορίνα Πετρίδη. Απαιτήθηκαν 18 μήνες επίπονων προσπαθειών, μελετώντας πηγές σε 30 χώρες. Η έρευνα χρηματοδοτήθηκε από το ίδιο το δημοσιογραφικό δίκτυο και από το ελληνικό γραφείο του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η Δανάη Μαραγκουδάκη συνοψίζει τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνάς τους: «Καταγράψαμε συνολικά 762 εταιρείες σε 32 χώρες. Οι μισές (386) έχουν έδρα στην Ελλάδα. Την πρώτη τριάδα συμπληρώνουν η Κύπρος (122) και οι Νήσοι Μάρσαλ (61) – δύο χώρες που η ελληνική Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αναγνωρίζει ως φορολογικούς παραδείσους. Διαχωρίσαμε τις εταιρείες σε συνολικά 14 κλάδους οικονομικής δραστηριότητας. Διαπιστώνεται ότι η Ναυτιλία καταγράφεται ως ο πλέον ισχυρός επιχειρηματικός τομέας δραστηριοποίησης των Ελλήνων ολιγαρχών. Από την ανάλυσή μας προκύπτει πως τα ΜΜΕ εξακολουθούν να μην αποτελούν επικερδή ενασχόληση για τους επιχειρηματίες. Η ανάλυση των ισολογισμών των μεγαλύτερων τηλεοπτικών σταθμών της χώρας (ΣΚΑΪ, MEGA, OPEN, ALPHA TV, Star Channel, ΑΝΤ1, NICKELODEON, RISE TV, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ TV, ACTION 24) δείχνει πως σήμερα χρωστούν αθροιστικά 350 εκατ. ευρώ στις τράπεζες».

Η Δανάη Μαραγκουδάκη μας υπενθυμίζει ορισμένους από τους σημαντικότερους επιχειρηματίες στον τομέα των ΜΜΕ. «Ο Βαγγέλης Μαρινάκης, είναι εφοπλιστής, έχει πολλά και μεγάλα ΜΜΕ και αγοράζει κι άλλα, ενώ έχει και την ελληνική ποδοσφαιρική ομάδα Ολυμπιακός, την αγγλική Νότιγχαμ και την πορτογαλική Ρίο Άβε. Ένας άλλος είναι ο ελληνικής καταγωγής Ιβάν Σαββίδης. Ελέγχει το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, κατέχοντας ποσοστό 67% στην εταιρεία South Europe Gateway Thessaloniki (SEGT), που διαχειρίζεται τον Οργανισμό Λιμένος Θεσσαλονίκης (ΟΛΘ). Ελέγχει επίσης τη Σουρωτή, που παράγει το ομώνυμο μεταλλικό νερό και, από το 2013, έχει τη διαχείριση του ιστορικού ξενοδοχείου Μακεδονία Παλλάς της Θεσσαλονίκης. Το 2012 ο Ιβάν Σαββίδης αγόρασε την πλειοψηφία των μετοχών της ΠΑΕ ΠΑΟΚ. Η οικογένεια Βαρδινογιάννη έχει τη μεγαλύτερη επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα και βρίσκεται συχνά στη λίστα των δισεκατομμυριούχων του Forbes. Στον όμιλο ανήκουν πετρελαϊκές εταιρείες, τράπεζες, ναυτιλιακές, εταιρείες ενέργειας, ΜΜΕ, κ.α.».

Γιατί κάποιος να θέλει μια μη επικερδή δημοσιογραφική επιχείρηση;
O Καθηγητής Γιώργος Πλειός από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ της Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ

Κάποιοι λίγοι ολιγάρχες, λοιπόν, κατέχουν τα σημαντικότερα μίντια στην Ελλάδα, τα οποία δεν είναι καν επικερδή. Γιατί όμως ένα επιχειρηματίας να θέλει να έχει μια μη κερδοφόρα επιχείρηση; Την ερώτηση αυτή θέσαμε στον Καθηγητή Γιώργο Πλειό από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ της Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, ο οποίος απάντησε στην DW: «Οι επιχειρηματίες που κατέχουν τα ΜΜΕ, τα οποία συχνά είναι ζημιογόνα και ταυτόχρονα κατέχουν άλλες επιχειρήσεις στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας -που είναι κερδοφόρες και γίνονται κερδοφόρες, είτε από τη συναλλαγή τους με το κράτος είτε επειδή το κράτος δημιουργεί ευνοϊκό νομοθετικό και θεσμικό περιβάλλον γι’ αυτές- προσφέρουν σε πολιτικούς πολιτική υποστήριξη είτε για να κερδίσουν την πολιτική τους θέση είτε για να μην την χάσουν. Σε αντάλλαγμα οι πολιτικοί μέσα από διάφορους τρόπους παρέχουν στους επιχειρηματίες οικονομική και θεσμική υποστήριξη όπως λ.χ. με την ψήφιση ευνοϊκών γι’ αυτούς νόμων ή έκδοση αποφάσεων».

Με απλά λόγια, αυτό ονομάζεται διαπλοκή συμφερόντων και ο κ. Πλειός περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πράττει μερίδα πολιτικών: «Προχωρούν στην ανάθεση δημοσίων έργων στην κατασκευαστική εταιρεία που έχει ο ιδιοκτήτης ΜΜΕ. Ή σε παραγγελιες στην εταιρεία η οποία προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες σε κρατικές υπηρεσίες, ιδιαίτερα στον τομέα των νέων τεχνολογιών. Με την κρατική διαφήμιση, με την ποικίλη ευνοϊκή στάση της κυβέρνησης και του κράτους προς τη χορήγηση τραπεζικών δανείων προς στις εταιρείες ΜΜΕ, που συχνά δεν αποπληρώνονται, με την απαλλαγή των εταιρειών ΜΜΕ από την υποχρέωση να καταβάλλουν το ετήσιο κόστος 3,5 εκατ. ευρώ για να κάνουν χρήση της άδειας λειτουργίας του σταθμού που κατέχουν».

O έλεγχος στην εξουσία


Με λίγα λόγια υπάρχει ένα οικονομοπολιτικό δούναι και λαβείν. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει ότι όταν θα εργάζεται σε ένα Μέσο, του οποίου ο επιχειρηματίας έχει συγκεκριμένα συμφέροντα, θα λογοκρίνεται ή θα αυτολογοκρίνεται προληπτικά για να μην υποστεί δυσάρεστες συνέπειες. Ακόμα δεν θα ξεχάσω όταν πριν από χρόνια συνάδελφος από μεγάλης εμβέλειας κανάλι μου είχε πει ότι «κρύβουμε ειδήσεις για να μη δυσαρεστήσουμε την κυβέρνηση». Αλλά και ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα. Σε πόσα κανάλια παίχτηκε η είδηση ότι Έλληνες εφοπλιστές μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο παρά τις κυρώσεις που έχει επιβάλλει η ΕΕ για τον πόλεμο στην Ουκρανία;
                    Η Λαμπρινή Παπαδοπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ

Τέλος, η κυρία Λαμπρινή Παπαδοπούλου Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ θεωρεί εξαιρετικά χρήσιμη την έρευνα του Solomon, διότι αποκάλυψε με στοιχεία «τη διαπλοκή που κρύβει η ολιγοπωλιακή συγκέντρωση των μέσων στη χώρα μας» ενώ προσέθεσε μιλώντας στην Deutsche Welle, πως «Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μέσων ενημέρωσης παίζει καθοριστικό ρόλο στην Eλευθερία του Τύπου, καθώς επηρεάζει άμεσα τη δυνατότητα των δημοσιογράφων να ασκούν έλεγχο στην εξουσία. Όταν τα μέσα ανήκουν σε λίγους ισχυρούς επιχειρηματίες ή πολιτικά συμφέροντα, οι πελατειακές σχέσεις που αναπτύσσονται με την εξουσία θέτουν σε άμεσο κίνδυνο τον πλουραλισμό των μέσων και την ανεξαρτησία της δημοσιογραφίας, οδηγώντας σε (αυτό)λογοκρισία των δημοσιογράφων και αναμετάδοση του κυρίαρχου αφηγήματος».

Μαρία Ρηγούτσου (D.W)
----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Οι μεν ελέγχουν, οι δε αυτολογοκρίνονται...
Ή γιατί τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης έχουν τόσο χαμηλή αξιοπιστία... 
Ένα σχόλιο της Κάκης Μπαλή

Η έρευνα που έκαναν οι συνάδελφοι του Solomon σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα και που παρουσιάζει σήμερα στο ελληνικό πρόγραμμα της Deutsche Welle η Μαρία Ρηγούτσου αναδεικνύει την σημαντικότερη αιτία για τις χαμηλές επιδόσεις της χώρας στην ελευθερία και την ποιότητα του Τύπου. Προφανώς η μεγάλη συγκέντρωση μέσων ενημέρωσης σε λίγα χέρια, και δη επιχειρηματιών που βγάζουν με άλλες δραστηριότητες τα λεφτά τους, δεν προωθεί ούτε την αξιοπιστία των μέσων ούτε την πολυφωνία. Αυτό φαίνεται και από όλες τις έρευνες που γίνονται τα τελευταία πολλά χρόνια για την αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα - η οποία είναι ανησυχητικά χαμηλή. Η δημοσιογραφία στην Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται από τους πολίτες, ως εκείνο το εργαλείο που αναδεικνύει τα κακώς κείμενα και ελέγχει την κάθε είδους εξουσία, αλλά συνήθως ως υπάκουος υπηρέτης της εξουσίας, είτε πρόκειται για την πολιτική και κυρίως την κυβερνητική είτε για την οικονομική.

Ο κυβερνητικός έλεγχος…
H δημοσιογράφος Kάκη Μπαλή

Στην υψηλή συγκέντρωση των ΜΜΕ στα χέρια λίγων εφοπλιστών έρχονται να προστεθούν δύο ακόμη παθογένειες, οι οποίες δεν αποτελούν αποκλειστικά ελληνική ιδιαιτερότητα, πλην όμως είναι εξαιρετικά ανεπτυγμένες στη χώρα που δηλώνει κοιτίδα της δημοκρατίας. Πρώτον, οι εκάστοτε κυβερνήσεις θεωρούν αυτονόητο να ελέγχουν τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, την ΕΡΤ και το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το περιεχόμενο του οποίου αποτελεί και τη βάση για τα ραδιοτηλεοπτικά και τις ιστοσελίδες. Κάποιες κυβερνήσεις ασκούσαν τον έλεγχο πιο συστηματικά και ασφυκτικά, άλλες λιγότερο, αλλά καμία κυβέρνηση της μεταπολίτευσης δεν κράτησε τα χέρια της μακριά από την ΕΡΤ και το ΑΠΕ. Η τελευταία κυβέρνηση, μάλιστα, φρόντισε εξ αρχής να θέσει υπό τον έλεγχο του γραφείου του πρωθυπουργού τη δημόσια τηλεόραση και το πρακτορείο.
Το παράδειγμα των κυβερνήσεων το ακολούθησαν και οι περισσότεροι δήμαρχοι στα δημοτικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία για ένα μεγάλο διάστημα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ελληνικό μιντιακό τοπίο. Γενιές δημοσιογράφων μεγάλωσαν υφιστάμενοι τον έλεγχο τόσο από τους ιδιοκτήτες στα ιδιωτικά ΜΜΕ όσο και από την πολιτική εξουσία στα δημόσια και δημοτικά ΜΜΕ. Και πολλοί και πολλές από αυτούς δεν είχαν είτε τη δύναμη είτε την πρόθεση να αντισταθούν. Το μείζον πρόβλημα στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης δεν είναι η λογοκρισία, είναι η αυτολογοκρισία.

…και η κουλτούρα του τζάμπα

Δεύτερον, μετά την εμφάνιση του διαδικτύου και τη σταδιακή μεταφορά του δημοσιογραφικού περιεχομένου από το χαρτί στις ιστοσελίδες επικράτησε στην Ελλάδα η κουλτούρα του τζάμπα. Οι χρήστες θεωρούν ότι οι ειδήσεις γράφονται από μόνες τους, ότι οι ρεπόρτερ είναι χομπίστες. Επί σειράν ετών το Ίντερνετ γέμιζε περιεχόμενο copy-paste κυρίως από τις εφημερίδες, οι οποίες πλήρωναν τους δημοσιογράφους τους, αλλά δεν αγοράζονταν πια από τους αναγνώστες τους. Τα τελευταία χρόνια οι γονατισμένες οικονομικά εφημερίδες προσπαθούν να πουλήσουν online το περιεχόμενό τους, με τη μορφή συνδρομών. Αλλά με πολύ περιορισμένη επιτυχία, καθώς το κοινό έχει μάθει να διαβάζει τα πάντα δωρεάν.

Η κουλτούρα του τζάμπα ναρκοθετεί και τις φιλότιμες προσπάθειες που γίνονται από ανεξάρτητες ομάδες δημοσιογράφων στο διαδίκτυο, οι οποίες έχουν απόλυτη ανάγκη χρηματοδότησης από τους χρήστες. Συνολικά το μιντιακό τοπίο στην Ελλάδα είναι ζοφερό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν δυνατότητες βελτίωσης. Αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση από την Πολιτεία. Εάν πράγματι ενδιαφέρεται για τα ΜΜΕ και κατ’ επέκταση για την ποιότητα της δημοκρατίας αντί να μοιράζει χρήματα με τις διάφορες λίστες Πέτσα, θα μπορούσε να εκπονήσει ένα γενναίο πρόγραμμα ενίσχυσης του Τύπου, αντίστοιχο του γαλλικού, για παράδειγμα. Λύσεις υπάρχουν. Πολιτική βούληση από την κυβέρνηση υπάρχει;

Kάκη Μπαλή (D.W)

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη